Η υιοθέτηση και η αποτελεσματική αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας (εργαλείων πληροφορικής και διαδικτύου) από τις επιχειρήσεις αποτελεί διεθνώς ένα αυξανόμενης σημασίας εφόδιο ανταγωνιστικότητας. Βάσει του Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας που κατασκεύασε η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ, η Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου (36% χαμηλότερα) – με την απόκλιση να παραμένει σταθερή την τελευταία πενταετία. Συγκεκριμένα, οι ευρύτεροι παράγοντες που επηρεάζουν την τεχνολογική αναβάθμιση της οικονομίας (επιχειρηματικό περιβάλλον, υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό) είναι λιγότερο υποστηρικτικοί σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, οδηγώντας σε χαμηλή χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας από όλες τις κατηγορίες χρηστών.
Εστιάζοντας στον διαφαινόμενο αδύναμο κρίκο (τον επιχειρηματικό τομέα), η ανάλυση αναδεικνύει το γεγονός ότι η ψηφιακή αναβάθμιση προσφέρει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις επιχειρήσεις. Ενδεικτικά στο διάστημα 2008-2014 οι «ψηφιακές ΜμΕ» είχαν μικρότερη πτώση του κύκλου εργασιών κατά 18 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ σημείωσαν και μικρότερες απώλειες κερδοφορίας, (πτώση 4 ποσοστιαίων μονάδων στο μέσο περιθώριο λειτουργικού κέρδους έναντι 13 μονάδων στις λοιπές ΜμΕ).
Όσον αφορά το ψηφιακό αποτύπωμα ελληνικών ΜμΕ, διαπιστώνεται ότι μία στις τρεις επιχειρήσεις δε χρησιμοποιεί κανένα ψηφιακό εργαλείο (δηλαδή ούτε πληροφοριακά συστήματα για τη βελτίωση των εσωτερικών λειτουργιών της και της παραγωγικής της διαδικασίας ούτε εργαλεία διαδικτύου για την αναβάθμιση της επικοινωνίας της με προμηθευτές και κυρίως με τους πελάτες π.χ e-commerce). Παράλληλα, η ψηφιακή αναβάθμιση της Ελλάδας φαίνεται ότι είναι ακόμα σε πρώιμο στάδιο, καθώς μόλις το 4% των επιχειρήσεων διαθέτει ολοκληρωμένο ψηφιακό σύστημα (δηλαδή, αποδοτικό συνδυασμό των προαναφερόμενων ψηφιακών εργαλείων), ενώ το 25% των επιχειρήσεων (το 1/3 αυτών που έχουν κάποιο ψηφιακό εργαλείο) δηλώνει ότι έχει απλά ιστοσελίδα ή παρουσία στα κοινωνικά δίκτυα.
Σημαντικό αποδεικνύεται το ψηφιακό κενό ανάμεσα στις μεσαίες και στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, ενώ διαφορές εντοπίζονται και στη ψηφιακή δυναμική των επιμέρους κλάδων, οι οποίοι σε αρκετές περιπτώσεις δεν έχουν αναπτυχθεί βάσει της διαρθρωτικής δυναμικής τους. Ειδικότερα:
- Όσον αφορά τη χρήση πληροφοριακών συστημάτων εσωτερικής οργάνωσης της επιχείρησης (ERP), αξιοσημείωτη δυναμική παρουσιάζει ο κλάδος των μεταφορών ενώ σχετική υστέρηση οι κλάδοι της βιομηχανίας.
- Όσον αφορά τη παροχή δυνατότητας ηλεκτρονικών αγορών (e-commerce), δυναμικοί εμφανίζονται οι κλάδοι του εμπορίου (κυρίως χονδρικού) ενώ σχετική υστέρηση παρουσιάζει ο κλάδος των ξενοδοχείων.
Θετικό κρίνεται το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων εμφανίζεται συνειδηποιημένη για τη σημασία του ψηφιακού κενού ανταγωνιστικότητας με την ΕΕ και δηλώνει ότι – παρά τη δύσκολη συγκυρία – σχεδιάζει να επενδύσει ψηφιακά την επόμενη διετία. Βάσει των προγραμματισμένων επενδύσεων, εκτιμάμε ότι το ποσοστό των «ψηφιακών» ΜμΕ θα αυξηθεί σε τρεις στις τέσσερις επιχειρήσεις το 2018, από δύο στις τρεις επιχειρήσεις σήμερα. Η πραγματοποίηση αυτής της προοπτικής εκτιμάται ότι θα επιτρέψει στις ελληνικές επιχειρήσεις να προσεγγίσουν το 2018 το παρόν ψηφιακό επίπεδο της μέσης ευρωπαϊκής επιχείρησης. Συγκεκριμένα, ERP εκτιμάται ότι θα χρησιμοποιεί το 22% των ελληνικών ΜμΕ το 2018 (από 9% το 2015 και 36% στην ΕΕ), ενώ το 16% των ελληνικών ΜμΕ εκτιμάται ότι θα παρέχει τη δυνατότητα e-commerce στους πελάτες του το 2018 (από 10% το 2015 και 17% στην ΕΕ) – με την εντυπωσιακότερη βελτίωση να αναμένεται στον κλάδο των ξενοδοχείων.