Ο πληθωρισμός, βάσει του εγχώριου ΔΤΚ, στην Ελλάδα επιβραδύνθηκε στο 9,1% τον Οκτώβριο, από 12,0% τον Σεπτέμβριο, και αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω το Νοέμβριο (όπως δείχνουν και οι πρώτες εκτιμήσεις για τον εναρμονισμένο πληθωρισμό στην ευρωζώνη), αντιδρώντας στη διαφαινόμενη κάμψη των τιμών της ενέργειας και άλλων πρώτων υλών από τα υψηλά που σημειώθηκαν τους προηγούμενους μήνες.
Ο ελληνικός πληθωρισμός κινήθηκε τόσο τον Οκτώβριο όσο και το Νοέμβριο χαμηλότερα από το μέσο όρο της ευρωζώνης, για πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο του 2021.
Η ελληνική οικονομία παραμένει περισσότερο ευάλωτη στις διεθνείς πληθωριστικές πιέσεις, κυρίως λόγω της μεγαλύτερης εξάρτησής της από εισαγωγές ενεργειακών αλλά και μη ενεργειακών αγαθών που βρέθηκαν στο επίκεντρο της τρέχουσας κρίσης. Ωστόσο, αρχίζει πλέον να επωφελείται από την υποχώρηση των διεθνών τιμών ενέργειας και πρώτων υλών.
Η επιβράδυνση του πληθωρισμού στην Ελλάδα το δίμηνο Οκτωβρίου-Νοεμβρίου αντανακλά κυρίως την υποχώρηση των τιμών φυσικού αερίου, με τις πρόσφατες προβλέψεις των αγορών ενέργειας να αφήνουν περιθώρια συγκρατημένης αισιοδοξίας αναφορικά με την αποφυγή των πιο δυσμενών ενεργειακών σεναρίων για το χειμώνα.
Συγκεκριμένα, οι διεθνείς τιμές φυσικού αερίου μειώθηκαν σημαντικά την περίοδο Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου από το ιστορικό υψηλό του Αυγούστου (οι τιμές του ολλανδικού TTF υποχώρησαν κατά 42%, στα 135 €/MWh κατά μέσο όρο το Σεπτέμβριο-Οκτώβριο, σε σύγκριση με τη μέση τιμή των 235 €/MWh τον Αύγουστο), οδηγώντας – με χρονική υστέρηση – χαμηλότερα και τις εγχώριες λιανικές τιμές φυσικού αερίου. Επιπλέον, οι αυξημένες κρατικές επιδοτήσεις και οι εκπτώσεις των προμηθευτών σε πελάτες τον Οκτώβριο μείωσαν περαιτέρω τη λιανική τιμή του φυσικού αερίου, αλλά και του ηλεκτρισμού στο χαμηλότερο επίπεδο από τις αρχές του έτους.
Όσον αφορά την πορεία των ενεργειακών τιμών το 2023, οι προσδοκίες της αγοράς για τις τιμές φυσικού αερίου στην Ευρώπη υποχώρησαν από το ιστορικό υψηλό του Αυγούστου. Το Νοέμβριο, η προβλεπόμενη τιμή του φυσικού αερίου για το επόμενο έτος, με βάση τα ολλανδικά συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης TTF που αποτελούν την τιμή αναφοράς για την Ευρώπη, διαμορφώθηκε σε 125 €/MWh κατά μέσο όρο για το 2023 (σε παρόμοιο επίπεδο με τον εκτιμώμενο μέσο όρο του 2022, συγκριτικά με ετήσια αύξηση 160% που σημείωσαν το 2022 σε σχέση με το 2021). Επίσης, σχετικά με τις τιμές πετρελαίου, οι τελευταίες προβλέψεις υποδεικνύουν σταθεροποίηση μέχρι το τέλος του έτους και ετήσια υποχώρηση κατά περίπου 13% σε όρους USD, στα 88 USD/βαρέλι, το 2023.
Η συνδυαστική συμβολή των τιμών των καυσίμων και της ηλεκτρικής ενέργειας στον πληθωρισμό προβλέπεται ότι θα περιοριστεί σημαντικά το 4ο τρίμηνο του 2022 και θα γίνει αρνητική το 2023. Προφανώς, οι εν λόγω προβλέψεις εμπεριέχουν υψηλό βαθμό αβεβαιότητας, λόγω αστάθμητων παραγόντων.
Άλλες συνιστώσες του πληθωρισμού, όπως τα τρόφιμα και ο δομικός πληθωρισμός, εμφανίζουν επίμονες ανοδικές τάσεις. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια ευδιάκριτα σημάδια χαλάρωσης των πιέσεων διεθνώς σε βασικές κατηγορίες εμπορεύσιμων τροφίμων, καθώς και εισροών στην αγροτική παραγωγή, από την κορύφωσή τους που ακολούθησε την κρίση στην Ουκρανία.
Παράλληλα, ο δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, αυξήθηκε περαιτέρω στο 5,2% τον Οκτώβριο από 2,8% το 9μηνο του 2022, υποδηλώνοντας ότι οι έμμεσες πληθωριστικές επιδράσεις συνεχίζουν να διαχέονται στις τιμές ενός ευρέος φάσματος αγαθών και υπηρεσιών. Παρόλα αυτά, και εδώ αρχίζουν να εκδηλώνονται τα πρώτα σημάδια αποκλιμάκωσης του εισαγόμενου πληθωρισμού, με τη συνδρομή και των εκτιμήσεων της αγοράς για επικείμενη σημαντική επιβράδυνση της διεθνούς οικονομίας.
Οι ανωτέρω ενθαρρυντικές τάσεις θα απαιτήσουν χρόνο για να μεταφραστούν σε ουσιώδη επιβράδυνση του εγχώριου πληθωρισμού, καθώς η επίδρασή τους μετακυλίεται σταδιακά, ωστόσο εκτιμούμε ότι θα αρχίσει να αντανακλάται στη δυναμική του ΔΤΚ από τα τέλη του 1ου τριμήνου του 2023.
Αξίζει να τονισθεί ότι η ελληνική οικονομία εμφανίζει περιορισμένους κίνδυνους δευτερογενών επιδράσεων στις τιμές που θα μπορούσαν να παρατείνουν τις πληθωριστικές πιέσεις. Η ευελιξία της ελληνικής αγοράς εργασίας είναι σημαντικά υψηλότερη από το μέσο όρο της ευρωζώνης, μετά τις πολυετείς αναδιαρθρώσεις.
Λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω συνθήκες, εκτιμούμε ότι ο πληθωρισμός στην Ελλάδα, βάσει του ΔΤΚ, θα διαμορφωθεί πλησίον του 10% κατά μέσο όρο το 2022 και στο 4,5% ετησίως το 2023, με τα εν λόγω ποσοστά να αντιστοιχούν σε ετήσιες μεταβολές της τάξης του 7,7% και του 3,2%, αντίστοιχα, στο τέλος κάθε έτους (Δεκέμβριος), με πιθανότητα ακόμη ταχύτερης αποκλιμάκωσης εάν δεν υπάρξουν νέοι σημαντικοί κλυδωνισμοί στις αγορές εμπορευμάτων, και ειδικά της ενέργειας.