Ενάμιση χρόνο μετά την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων, οι ΜμΕ δείχνουν να έχουν υιοθετήσει διαδικασίες που τους επιτρέπουν να λειτουργούν υπό την παρουσία των περιορισμών αυτών. Με αυτό το δεδομένο, κρίσιμο ζήτημα είναι η ελαχιστοποίηση του δυνητικού μεσοπρόθεσμου κόστους αυτής της λειτουργικής προσαρμογής στην αναπτυξιακή προοπτική του τομέα. Αυτό είναι το θέμα της νέας μελέτης που συνέταξε η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, η οποία εστιάζει στην επίδραση της χρονικής διάρκειας διατήρησης των ελέγχων για το βάθος των συνεπειών τους, και κυρίως στη σκιαγράφηση της επόμενης ημέρας μετά την άρση τους που εκτιμάται ότι θα απελευθερώσει σημαντική αναπτυξιακή δυναμική.
Ξεκινώντας από μια αποκρυπτογράφηση της συγκυρίας διαπιστώνεται ότι ο επιχειρηματικός τομέας δείχνει ότι προσπαθεί να εισέλθει σε φάση ανάκαμψης με εξασθενημένη, ωστόσο, δυναμική. Συγκεκριμένα, το 2016 χαρακτηρίστηκε από μια σταδιακή βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, όπως αποτυπώθηκε στην άνοδο του Δείκτη Εμπιστοσύνης για τις ΜμΕ κατά 8 μονάδες στη διάρκεια του έτους. Παρά ταύτα, ο δείκτης παραμένει σε αρνητικό έδαφος και σε ένα επίπεδο σημαντικά χαμηλότερο σε σχέση με το 2014.
Σχετικά με τους κεφαλαιακούς ελέγχους, τα ευρήματα της ανάλυσης συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η γρήγορη άρση τους είναι καίριας σημασίας για την αποτροπή πρόκλησης διαρθρωτικών προβλημάτων στις ΜμΕ. Προς την κατεύθυνση της ταχύτερης δυνατής άρσης των κεφαλαιακών ελέγχων οδηγούν και οι εκτιμήσεις για την επόμενη ημέρα.
- Πρώτον, η άρση των περιορισμών κρίνεται σχετικά χαμηλού κινδύνου καθώς οι επιχειρηματίες όλων των κλάδων δηλώνουν ότι θα έχουν ψύχραιμη αντίδραση όσον αφορά τις καταθέσεις τους, διατηρώντας το ποσοστό χρηματικών διαθεσίμων των ΜμΕ που διακρατούνται σε ελληνικές τράπεζες κοντά στα τρέχοντα επίπεδα.
- Δεύτερον και σημαντικότερο, η άρση των κεφαλαιακών ελέγχων εκτιμάται ότι μπορεί να απελευθερώσει έντονες αναπτυξιακές δυνάμεις. Συγκεκριμένα, αναμένεται να ωθήσει το 1/3 των ΜμΕ να πραγματοποιήσει, σε ορίζοντα εξαμήνου μετά την άρση των περιορισμών, «παγωμένες» επενδύσεις οι οποίες εκτιμώνται κοντά στο €1 δις ετησίως.