Το δεύτερο κύμα της πανδημίας ανακόπτει την ανοδική πορεία του ΑΕΠ στο 4ο τρίμηνο με την ύπαρξη, ωστόσο, αντισταθμιστικών παραγόντων
Η Δ/νση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ δημοσιεύει επικαιροποίηση του δείκτη εκτίμησης για την πορεία της οικονομικής δραστηριότητας σε υψηλή συχνότητα. Από την ανάλυση επιβεβαιώνονται οι τάσεις που καταδείκνυαν ανάκαμψη της οικονομίας στο δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου όπως είχαν διαφανεί από την προηγούμενη δημοσίευση στα τέλη Σεπτεμβρίου, η οποία είχε πραγματοποιηθεί βάσει, κυρίως, πρόδρομων δεικτών για αυτό το διάστημα.
Σύμφωνα με τη νέα εκτίμηση, ο μηνιαίος δείκτης της ΕΤΕ για το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 8,8% και 0,5%, σε μηνιαία βάση, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, αντίστοιχα, ενώ υποχώρησε κατά 0,8% το Σεπτέμβριο, παράλληλα με τις πρώιμες ενδείξεις ανόδου των κρουσμάτων και την επιδείνωση του τουρισμού μετά την παροδική βελτίωσή του τον Αύγουστο.
Συνολικά, εκτιμάται ότι το ΑΕΠ στο 3ο τρίμηνο ενισχύθηκε κατά 7,7% σε τριμηνιαία, εποχικά διορθωμένη βάση, έναντι τριμηνιαίας μείωσης 14,0% το 2ο τρίμηνο. Η ετήσια μεταβολή του ΑΕΠ το 3ο τρίμηνο εκτιμάται στο -8,9% – έναντι προηγούμενης εκτίμησης -8,4% για την ίδια περίοδο – μετά από συρρίκνωση 15,2% ετησίως το 2ο τρίμηνο.
Προς νέα πτώση του ΑΕΠ το 4ο τρίμηνο του 2020, η οποία, ωστόσο, αναμένεται να είναι πιο ήπια σε σχέση με το 2ο τρίμηνο, υπό την προϋπόθεση αποτελεσματικής ανάσχεσης της τάσης επιδείνωσης της πανδημίας το Νοέμβριο
Οι υφεσιακές πιέσεις που θα προκληθούν από τα νέα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας εξομαλύνονται, εν μέρει, από ένα νέο πακέτο υποστηρικτικών μέτρων της τάξης των €3,8 δισ. (συμπεριλαμβανομένων και των μέτρων που ανακοινώθηκαν στα τέλη Οκτωβρίου και αρχές Νοεμβρίου).
Η επίδραση στην οικονομία αναμένεται να μετριαστεί, επίσης, λόγω: α) της μεγαλύτερης ετοιμότητας ενός σημαντικού ποσοστού των επιχειρήσεων να λειτουργήσουν υπό ειδικές συνθήκες (λ.χ. τηλεργασία, ηλεκτρονικές πωλήσεις), β) της αυξημένης εξοικείωσης των νοικοκυριών με τα περιοριστικά μέτρα, γεγονός που ελαττώνει τις διαταραχές στον προγραμματισμό των νοικοκυριών, όπως υποδεικνύεται και από την αύξηση των λιανικών πωλήσεων τις μέρες που προηγήθηκαν της 2ης επιβολής περιοριστικών μέτρων, όπως αναφέρθηκε από πηγές της αγοράς, γ) της μειωμένης εποχικής επίδρασης στο ΑΕΠ από την υποχώρηση του τουρισμού συγκριτικά με το 2ο και 3ο τρίμηνο του 2020 και δ) της ενδεχόμενης στήριξης στο οικονομικό κλίμα προς τα τέλη του έτους από τα πρώτα θετικά νέα σχετικά με το εμβόλιο κατά του Covid-19.
Ωστόσο, υπάρχουν και σημαντικοί κίνδυνοι, που σχετίζονται, κυρίως, με: α) τις περιορισμένες δυνατότητες των περισσότερο ευάλωτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων να ανταπεξέλθουν σε ένα δεύτερο γύρο επιβολής μέτρων περιορισμού, παρά τη δημοσιονομική στήριξη, β) τη μη-επαναλαμβανόμενη αύξηση τμημάτων της εγχώριας δαπάνης τα προηγούμενα τρίμηνα, λόγω των εκτάκτων αναγκών που δημιούργησε η πανδημία (λ.χ. αγορές τεχνολογικού εξοπλισμού, διαρκών καταναλωτικών αγαθών και εξιδεικευμένων υπηρεσιών) και γ) μια πιθανή εξασθένηση της εξωτερικής ζήτησης, κατόπιν βελτίωσής της το 3ο τρίμηνο.
Τα δεδομένα κινητικότητας από την Google για τις πρώτες ημέρες του Νοεμβρίου δείχνουν σαφή επιδείνωση, με τη μέση τάση κινητικότητας (σε χώρους λιανικού εμπορίου και κόμβους συγκοινωνιών) να σημειώνει ραγδαία υποχώρηση. Ειδικά στις 7-8 Νοεμβρίου – πρώτο διήμερο εφαρμογής των περιοριστικών μέτρων – οι δείκτες κινητικότητας υποχώρησαν στο -56% κατά μέσο όρο.
Για το υπόλοιπο του έτους, αναμένουμε μείωση του ΑΕΠ κατά 5,1% σε εποχικά διορθωμένη τριμηνιαία βάση το 4ο τρίμηνο (-12,8% ετησίως στο ίδιο τρίμηνο), η οποία θα οδηγήσει σε συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 9,4% ετησίως το 2020.
Η εκτίμηση αυτή προϋποθέτει ότι: (α) η επιδημική καμπύλη ομαλοποιείται έως τις αρχές Δεκεμβρίου, επιτρέποντας τη μερική άρση των περιορισμών στο λιανικό εμπόριο και τις υπηρεσίες «χαμηλού υγειονομικού κινδύνου», (β) η εκτιμώμενη συρρίκνωση της δραστηριότητας σε τομείς όπου έχει ανασταλεί η λειτουργία τους είναι παρόμοια με εκείνη που παρατηρήθηκε το δίμηνο Απριλίου-Μαΐου (ειδικά σε υπηρεσίες διαμονής και εστίασης, καθώς και τη βιομηχανία διύλισης καυσίμων), και (γ) η συρρίκνωση είναι ηπιότερη για την υπόλοιπη οικονομία (αντιστοιχώντας στα 2/3 περίπου του αντίστοιχου πλήγματος στο 2ο τρίμηνο, καθώς επιδρούν και οι ανασχετικοί παράγοντες που προαναφέρθηκαν).
Οι προβλέψεις του ελληνικού ΑΕΠ, που βασίζονται σε δείκτες υψηλής συχνότητας, επικαιροποιούνται σε συστηματική βάση και είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα της ΕΤΕ